Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αμμόλουτρο  
ουσιαστικό ουδέτερο

sabbiatu`ra; bagno di sa`bbia

αμμόλουτρον
ουσιαστικό ουδέτερο

forma arcaica di [αμμόλουτρο ^-ου, το^]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αμμόλιθος αμμόλοφος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---