Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αδικώ  
ρήμα μεταβατικό

1 e`ssere ingiu`sto con qualcu`no με αδίκησε ο δάσκαλος==il maestro è stato ingiusto con me | αδίκησε το μεγάλο του γιο στη μοιρασιά της περιουσίας==nella ripartizione del patrimonio è stato ingiusto verso il figlio
2 sottovaluta`re μην αδικείς τον εαυτό σου!==non sottovalutare te stesso!

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αδικοχαμένος αδικών  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---