Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

τέρπω (παθ. μόνο... τέτοιος [αντων.]
Τερτιλιανός [ουσ αρσ ] τετρα–αιθύλιο [επίθ.]
τερτίπι {τερτιπ-ιο... τετραβορικός [επίθ.]
τέρψη {-ης κ. -ε... τετράγλωσσος [επίθ.]
Τερψιθέα [θηλ.ουσ] τετραγωνάκι [ουσ ουδ.]
Τερψιχόρη [θηλ.ουσ] τετραγωνίδιο {τετραγωνι...
τεσσαρακοντούτης {τεσσαρακο... τετραγωνίζω {τετραγώνι...
Τεσσαρακοστή [θηλ.ουσ] τετραγωνικός [επίθ.]
Τεσσαρακοστό [ουσ ουδ.] τετραγωνισμένος [επίθ.]
τεσσαρακοστός [επίθ.] τετραγωνισμός [ουσ αρσ ]
τέσσερα [ απόλ. αριθμ. επίθ.] τετράγωνο {τετραγών-...
τέσσερις [ απόλ. αριθμ. επίθ.] τετράγωνος [επίθ.]
τεστ {άκλ.} τετράδα [θηλ.ουσ]
τεστοστερόνη {χωρ. γεν.... τετραδάκτυλος [επίθ.]
τεταμένος [επίθ.] τετραδιάστατος [επίθ.]
τετανία {τετανιών} τετραδικός [επίθ.]
τετανικός [επίθ.] τετράδιο {τετραδί-ο...
τέτανος {τετάνου |... τετράδραχμο [ουσ ουδ.]
Τετάρτη [θηλ.ουσ] τετράδυμα [ουσ ουδ πληθ.]
τεταρτημοριακός [επίθ.] τετράεδρο [ουσ ουδ.]
τεταρτημόριο {τεταρτημο... τετράεδρος [επίθ.]
τέταρτο [ουσ ουδ.] τετραετής [επίθ.]
τέταρτος [επίθ.] τετραετία [θηλ.ουσ]
τετελεσμένος [επίθ.] τετρακινητήριος [επίθ.]
τέτοιος [επίθ.] τετρακόσια [ απόλ. αριθμ. επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: