Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

σημειωτέος [επίθ.] σθεναρότητα [θηλ.ουσ]
σημειωτής [ουσ αρσ ] σθένος {σθέν-ους ...
σημειωτική [θηλ.ουσ] σιαγόνα [θηλ.ουσ]
σήμερα [επίρ.] σιαγόνες [θηλ. ουσ πληθ.]
σημερινός [επίθ.] σιαγών [ουσ αρσ ]
Σημίτης {Σημιτών} σιάζω {έσιαξα, σ...
σημιτικός [επίθ.] σιαλαγωγός [επίθ.]
σηπεδών {σηπεδόνος... σιαλογόνος [επίθ.]
σήπιο [ουσ ουδ.] σιαλογράφημα [ουσ ουδ.]
σήπομαι {εσάπην, -... σιαλογραφία [θηλ.ουσ]
σηπόμενος [επίθ.] σιαλόρροια {χωρ. πληθ...
σηπτικός [επίθ.] σιαλοφόρος [επίθ.]
σήραγγα {σηράγγων} σιάξιμο [ουσ ουδ.]
σηραγγώδης {σηραγγώδ-... σιάτσου [ουσ ουδ.]
σηροτροφία {χωρ. πληθ... σιάχνω (έσιαξα, σ...
σηροτροφικός [επίθ.] Σιβηρία [θηλ.ουσ]
σηροτρόφος [ουσ αρσ και θηλ.] σίβυλλα [θηλ.ουσ]
σης {σητός} σιβυλλικός [επίθ.]
σησαμοειδής [επίθ.] σιγά [επίρ.]
σήτα {σητών} σιγά! [επιφ.]
σηψαιμία {σηψαιμιών... σιγαλιά {χωρ. πληθ...
σηψαιμικός [επίθ.] σιγαλός [επίθ.]
σήψη {-ης κ. -ε... σιγαλόφωνα [επίρ.]
σθεναρά [επίρ.] σιγανά [επίρ.]
σθεναρός [επίθ.] σιγανοπαπαδιά [θηλ.ουσ]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: