Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

όζος [ουσ αρσ ] οικειότητα {οικειοτήτ...
οζώδης {οζώδ-ους ... οικείωση [θηλ.ουσ]
όθεν [επίρ.] οίκημα {οικήμ-ατο...
οθνείος [επίθ.] οίκηση {-ης κ. -ή...
οθόνη {οθονών} οικία [θηλ.ουσ]
οθωμανικός [επίθ.] οικιακά [ουσ ουδ πληθ.]
οθωμανός [αρσ. επίθ και ουσ] οικιακός [επίθ.]
οι [άρθ.] οικίζω {οίκισ-α, ...
οιακίζω [ρ.] οικίσκος [ουσ αρσ ]
οιάκισις [θηλ.ουσ] οικιστής [ουσ αρσ ]
οιάκισμα [ουσ ουδ.] οικιστικός [επίθ.]
οιακισμός [ουσ αρσ ] οικογένεια {οικογενει...
οιακιστής [ουσ αρσ ] οικογενειακός [επίθ.]
οιακοστρόφιο [ουσ ουδ.] οικογενειάρχης {οικογενει...
οίαξ [ουσ αρσ ] οικοδέσποινα {δύσχρ. οι...
οιδαλέος [επίθ.] οικοδεσπότης {οικοδεσπο...
οίδημα {οιδήμ-ατο... οικοδίαιτος [επίθ.]
οιδηματώδης {οιδηματώδ... οικοδιδασκάλισσα {οικοδιδασ...
οιδιπόδειος [επίθ.] οικοδομή [θηλ.ουσ]
Οιδίπους {Οιδίποδ-ο... οικοδόμημα {οικοδομήμ...
οίηση {-ης κ. -ή... οικοδόμηση {-ης κ. -ή...
οικειοθελής {οικειοθελ... οικοδομήσιμος [επίθ.]
οικειοποίηση [θηλ.ουσ] οικοδομικός [επίθ.]
οικειοποιούμαι {οικειοποι... οικοδόμος [ουσ αρσ ]
οικείος [επίθ.] οικοδομώ {οικοδομεί...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: