Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

μαχαιράκι [ουσ ουδ.] μεγαθήριο {μεγαθηρί-...
μαχαιράς [ουσ αρσ ] μεγαθυμία [θηλ.ουσ]
μαχαίρι {μαχαιρ-ιο... μεγάθυμος [επίθ.]
μαχαιριά [θηλ.ουσ] μέγαιρα {σπάν. μεγ...
μαχαιροβγάλτης [ουσ αρσ ] μεγάκυκλος {μεγακύκλο...
μαχαιροπίρουνα [ουσ ουδ πληθ.] μεγαλαυχία [θηλ.ουσ]
μαχαιροποιΐα [θηλ.ουσ] μεγάλαυχος [επίθ.]
μαχαιροποιός [ουσ αρσ ] μεγαλείο [ουσ ουδ.]
μαχαιρωμένος [επίθ.] μεγαλειότητα {μεγαλειοτ...
μαχαιρώνομαι [ρ.] μεγαλειώδης {μεγαλειώδ...
μαχαιρώνω {μαχαίρω-σ... μεγαλέμπορος {μεγαλεμπό...
μαχαλάς {μαχαλάδες... μεγαλεπήβολος [επίθ.]
μαχαραγιάς [ουσ αρσ ] μεγαληγορία [θηλ.ουσ]
μάχη {μαχών} μεγαληγορώ {μεγαληγορ...
μαχητής [ουσ αρσ ] μεγαλιθικός [επίθ.]
μαχητικός [επίθ.] μεγάλιθος {μεγαλίθ-ο...
μαχητικότητα {χωρ. πληθ... μεγαλοδωρία {χωρ. πληθ...
μαχητός [επίθ.] μεγαλόδωρος [επίθ.]
μάχιμος [επίθ.] μεγαλοεισαγωγέας [ουσ αρσ ]
μαχμουρλής {μαχμουρλή... μεγαλοεπιχειρηματίας [ουσ αρσ ]
μαχμουρλίκι [ουσ ουδ.] Μεγαλοκαρδία [θηλ.ουσ]
μάχομαι {μόνο σε ε... μεγαλόκαρδος [επίθ.]
μαχόμενος [επίθ.] μεγαλοκαρχαρίας {μεγαλοκαρ...
με [πρόθ.] μεγαλοκεφαλία [θηλ.ουσ]
μεγαθερμικός [επίθ.] Μεγαλοκεφαλικός [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: